Νερό και Ιδιωτικοποίηση

Οι ιδιωτικές εταιρείες νερού της Αγγλίας έχουν κατηγορηθεί για περισσότερα από 1.000 περιστατικά ρύπανσης -κυρίως διαρροές μη επεξεργασμένων λυμάτων- τα τελευταία εννέα χρόνια, αποκαλύπτει ο βρετανικός «Observer»

Ο οίκος αξιολόγησης Standard & Poors έχει περικόψει τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας για τις εταιρείες ύδρευσης λόγω υψηλού δανεισμού, ο οποίος δεν έχει χρησιμοποιηθεί μόνο για τη χρηματοδότηση μακροπρόθεσμων επενδύσεων, αλλά και για την παραγωγή «ευμεγέθων πληρωμών μερισμάτων»

Του Τάσου Σαραντή

Η αποπνικτική δυσωδία της εκμετάλλευσης του νερού

Οι πιο συχνοί αλλά και οι πιο λοιμώδεις ρυπαντές των ποταμών και των παραλιών της Αγγλίας είναι οι 10 μεγαλύτερες ιδιωτικές εταιρείες νερού της χώρας, οι οποίες, αν και είναι υπεύθυνες για την παροχή καθαρού νερού, έχουν κατηγορηθεί για περισσότερα από 1.000 περιστατικά ρύπανσης -κυρίως για διαρροές μη επεξεργασμένων λυμάτων- κατά τα τελευταία εννέα χρόνια, όμως τα συνολικά πρόστιμα που τους έχουν επιβληθεί ανέρχονται σε μόλις 3,5 εκατ. βρετανικές λίρες, όπως αποκαλύπτει ο βρετανικός «Observer».

Στα περιστατικά ρύπανσης που έχουν βεβαιωθεί περιλαμβάνεται και η παράνομη διοχέτευση λυμάτων σε κάποιο λιμάνι για περισσότερο από ένα χρόνο, ακόμη δε και η καταστροφή αποδεικτικών των παραβάσεων για ρύπανση εγγράφων. Κι όμως, μόνο στο ένα τρίτο από τα 1.000 περιστατικά επιβλήθηκε πρόστιμο (κατά μέσο όρο μόλις 10.800 λίρες), ενώ για τα υπόλοιπα εκδόθηκαν μόνο προειδοποιήσεις-συστάσεις. Οι οικονομικές κυρώσεις σ’ αυτές τις εταιρείες θεωρούνται πάρα πολύ χαμηλές για να αλλάξουν τη συμπεριφορά μιας βιομηχανίας που αποκομίζει δισεκατομμύρια λίρες από τα κέρδη και από τα μερίσματα που καταβάλλει στους μετόχους της.

Αποκαλύψεις

Τον περασμένο Νοέμβριο ο «Observer» αποκάλυψε ότι τρεις από τις μεγαλύτερες εταιρείες ύδρευσης της Βρετανίας κατέβαλαν ελάχιστο ή καθόλου φόρο επί των κερδών τους το 2012, ενώ ανταμείβουν γενναιόδωρα τα στελέχη και τους επενδυτές τους. Η βιομηχανία του νερού έλαβε από τους πελάτες της έσοδα 10,5 δισ. λιρών από το 2010 έως το 2011, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, έχοντας κέρδη προ φόρων ύψους 1,7 δισ. λιρών, ενώ κατέβαλε μερίσματα ύψους 2,2 δισ. λιρών, μια αύξηση από έτος σε έτος κατά 42%. Εξάλλου, κατά την περίοδο 2013-14 οι λογαριασμοί του νερού δείχνουν να αυξάνονται κατά 3,5% τόσο πάνω τον πληθωρισμό όσο και από τις μέσες αυξήσεις των αποδοχών.

Ενα στα τρία περιστατικά ρύπανσης συντελείται με λύματα που πλημμυρίζουν τους αγωγούς αποχέτευσης, γεγονός ιδιαίτερα οδυνηρό για τους πελάτες, αλλά το οποίο από τις εταιρείες δεν αντιμετωπίζεται ως προτεραιότητα. Η καθαρότητα των παραλιών της Αγγλίας έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια και τα περισσότερα υδατικά συστήματά της αδυνατούν επί του παρόντος να ανταποκριθούν στους υψηλότερου επιπέδου ευρωπαϊκούς κανονισμούς νερού.

Σύμφωνα με τον «Observer», τα πιο βαριά πρόστιμα που επιβλήθηκαν κατά την περίοδο 2005-2013 αφορούσαν την εταιρεία Thames Water, η οποία κατέβαλε 842.500 λίρες για 87 περιστατικά. Στην Thames Water έχει επιβληθεί επίσης το μεγαλύτερο πρόστιμο των 204.000 λιρών το 2011, για 15 περιστατικά που σχετίζονταν με την εκροή ανεπεξέργαστων λυμάτων από έναν υπόνομο, κατά τα οποία η εταιρεία παρέλειψε στη συνέχεια να επισκευάσει τους δρόμους και τους κήπους στη συνοικία Μπρόμλι του Λονδίνου. Η εταιρεία δέχτηκε το πρόστιμο έπειτα από μια οκτάχρονη νομική μάχη που έφτασε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Προσπαθώντας να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, ένας εκπρόσωπος της Thames Water δήλωσε ότι θα πρέπει να εξεταστεί το πλαίσιο της λειτουργίας των 108.000 χιλιομέτρων αγωγών αποχέτευσης που εξυπηρετούν το 24% του πληθυσμού του Ηνωμένου Βασιλείου για το οποίο απαιτούνται επενδύσεις 1 δισ. λιρών τον χρόνο για την αναβάθμιση του δικτύου.

Η εταιρεία United Utilities Water έχει κατηγορηθεί για τα περισσότερα συμβάντα ρύπανσης με 242 περιστατικά από το 2005. Της επιβλήθηκε πρόστιμο 200.000 λιρών το 2012, διότι επέτρεψε τη διαρροή λυμάτων που χύθηκαν στον ποταμό Kικλ στην Κούμπρια σε 22 περιπτώσεις. Η εταιρεία Anglian Water ήταν η τρίτη σε ό,τι αφορά τη συγκέντρωση των μεγάλων προστίμων, μεταξύ των οποίων και ενός ύψους 150.000 λιρών το 2008, για τρία περιστατικά στο Νιούμαρκετ κατά τη διάρκεια έργων επεξεργασίας λυμάτων. Σε μία περίπτωση, ο διευθυντής έργων κατέστρεψε τα δεδομένα και ανάγκασε τους συναδέλφους του να παραποιήσουν τα στοιχεία, ενώ ένας άλλος προκάλεσε σημαντική σε αριθμό θανάτωση ψαριών.

Οπως επισημαίνει ο «Observer», η αμέλεια των διαδοχικών κυβερνήσεων επιτρέπει σε αμφίβολες εταιρείες, συνήθως εταιρείες ιδιωτικού μετοχικού κεφαλαίου, να έχουν στα χέρια τους ένα ζωτικό εθνικό κεφάλαιο, όπως είναι το νερό. Πρόκειται για εταιρείες που στην πλειονότητά τους εμπλέκονται σε εκτεταμένη φοροαποφυγή, καλυπτόμενες πίσω από τα ψηλά τείχη του εμπορικού απορρήτου` που κατάφωρα φορτώνουν τα λογιστικά τους βιβλία με χρέη, ώστε να μη βελτιώνουν το σάπιο αποχετευτικό δίκτυο της Βρετανίας, την ίδια στιγμή που παρέχουν έξοχες αποδόσεις για τους επενδυτές.

Υψηλές τιμές

Επιπλέον, «από το 2005 οι τιμές για το νερό ήταν πολύ υψηλές, πάνω απ’ όσο απαιτείται για να εξυπηρετήσει μια αξιοπρεπής υπηρεσία τους πελάτες της, παρέχοντας ταυτόχρονα ένα εύλογο κέρδος για τους επενδυτές» αναφέρει σε ανάλυσή του τη φιλελεύθερη «δεξαμενή σκέψης» CentreForum, τον περασμένο μήνα. Κι όμως, παρά τα υψηλά κέρδη τους και την αποφυγή καταβολής φόρων, οι βρετανικές εταιρείες ύδρευσης αναζητούν την άμεση στήριξη των φορολογουμένων. Για παράδειγμα, η Thames Water ζητάει από την κυβέρνηση κεφάλαια για να κατασκευάσει ένα νέο, σύγχρονο αποχετευτικό σύστημα στο Λονδίνο. Τι κι αν η συγκεκριμένη εταιρεία ελέγχεται από μια κοινοπραξία με επικεφαλής τη Macquarie, μια αυστραλιανή τράπεζα; Τι κι αν έχει «υγιή» κέρδη επί πολλά χρόνια; Η εταιρεία είναι πολύ αποδυναμωμένη από τα χρέη για να χρηματοδοτήσει ένα μεγάλο κατασκευαστικό έργο χωρίς τη στήριξη των φορολογουμένων.

Σήμερα, ο μέσος όρος του χρέους προς ίδια κεφάλαια μιας εταιρείας νερού στην Αγγλία είναι περίπου 70%. Ορισμένες εταιρείες νερού έχουν φτάσει σε αναλογίες το 80% (δηλαδή, το 80% της αξίας της εταιρείας προέρχεται από δανεισμό και μόνο το 20% επενδύεται από τους μετόχους). Τα επίπεδα είναι τόσο υψηλά ώστε ο οίκος αξιολόγησης Standard & Poors έχει περικόψει τις αξιολογήσεις της πιστοληπτικής ικανότητας για τις εταιρείες ύδρευσης, αναφέροντας ως δικαιολογία ότι αυτό το χρέος δεν έχει χρησιμοποιηθεί μόνο για τη χρηματοδότηση μακροπρόθεσμων επενδύσεων, όπως θα έπρεπε, αλλά και για την παραγωγή «ευμεγέθων πληρωμών μερισμάτων» – μια επικίνδυνη και κοντόφθαλμη πρακτική.

Πηγή: www.efsyn.gr